Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Ελληνική ιστορία και προϊστορία
Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Σάββατο 16 Απριλίου 2016

Η οικογένεια στην Αρχαια ελληνική κοινωνία : Οι απόψεις των Ελλήνων φιλοσόφων και επιστημόνων για την Ευγονικη και την τεκνοποίηση στην Ελλάδα

Ο γάμος στην αρχαία Ελλάδα είναι υπόθεση της πολιτείας. Οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς πίστευαν ότι κατάλληλοι προς παιδοποιία είναι όσοι βρίσκονται σε άριστη σωματική και ψυχική υγεία. Καθορίζεται ηλικία γάμου και παιδοποιίας και καταδικάζονται οι πρώιμοι, αλλά και οι όψιμοι γάμοι. Το γενετικό υλικό προέρχεται από όλα τα μέρη του σώματος κατά τον Ιπποκράτη, ενώ κατά τον Αριστοτέλη ισχύει το αντίθετο. Δίδεται ερμηνεία της γέννησης διδύμων, αλλά και νεογνών, με συγγενείς ανωμαλίες. O γάμος στους Έλληνες ήταν από παλιά ιερός και τίμιος, όπως αναφέρουν οι φιλόσοφοι και ιστορικοί της , οι οποίοι καταγράφουν ως ιδρυτές αρχαιότητας του γάμου τους Έλληνες νομοθέτες και εισηγητές ωφέλιμων ενασχολήσεων και δασκάλους των ήμερων ηθών.. Στην Αθήνα αναφέρεται ο Κέκρωψ, στο Άργος ο Φορονεύς και σε άλλες πόλεις της Ελλάδος άλλοι μυθικοί άνδρες.
Σύμφωνα με την παράδοση, πρώτος ο Κέκρωψ φαίνεται ότι καθιέρωσε την έννοια του γάμου, με τη μορφή της μονογαμίας. Ο ελληνικός γάμος στην αρχαιότητα και ιδιαίτερα στην Αθηναϊκή Πολιτεία, μπορεί να καθοριστεί ως η ένωση του άνδρα και της γυναίκας "επί σκοπώ παιδοποιίας γνησίων (νομίμων) τέκνων", όπως αναφέρει ο Δημοσθένης (Δ΄ αιώνας π.Χ.) και μάλιστα αγοριών, χωρίς να αποκλείεται εντελώς και η ερωτική απόλαυση των συζύγων. Η ελληνική νομοθεσία απέναντι στο γάμο διαφοροποιείται από πόλη σε πόλη. Στην Αθήνα και στη Σπάρτη, ο γάμος δεν αποτελεί απλή ιδιωτική υπόθεση, δηλαδή δεν ενδιαφέρει ούτε αποκλειστικά τα δύο πρόσωπα των πρωταγωνιστών, ούτε μόνο τις οικογένειές τους. Θεωρείται μία υπόθεση που αφορά στην ίδια την Πολιτεία, που γι' αυτόν το λόγο, λαμβάνει μέτρα νομοθετικής οικονομίας και προστασίας του θεσμού. Η αντίληψη αυτή επικρατεί και κατά τους κλασικούς χρόνους.  Ο Πλάτων στους "Νόμους" υποστηρίζει ότι οι νόμοι οι σχετικοί με το γάμο πρέπει να κατέχουν την πρώτη θέση στη νομοθεσία, επειδή αποτελούν τη βάση κάθε ευνομούμενης πολιτείας:  "Άραγε η σύναψη γάμων δεν αποτελεί τη δημιουργική αρχή όλων των πόλεων; Και οι νόμοι οι σχετικοί με το γάμο, αν θεσπισθούν καλά, αποτελούν εχέγγυο ότι θα πάνε καλά όλα τα θέματα της πόλης". 
"Αρχή δ' έστι των γενέσεων πάσαις πόλεσιν αρ' ουχ' η των γάμων σύμμειξις και κοινωνία; Πώς γαρ ου; Γαμικοί δε νόμοι πρώτοι κινδυνεύουσι τιθέμενοι καλώς αν τίθεσθαι προς ορθότητα πάση πόλει". Παράλληλα ο Αριστοτέλης προβληματίζεται και προτείνει: "Αν πρέπει ο νομοθέτης από την αρχή να κοιτάξει πώς θα γίνουν τα σώματα των παιδιών όσο το δυνατόν καλύτερα, πρέπει αρχικά να επιμεληθεί τα σχετικά με το γάμο, πότε και ποιοι πρέπει να συνευρεθούν". "Είπερ ουν απ' αρχής τον νομοθέτην οράν δει όπως βέλτιστα τα σώματα γένηται των τρεφομένων, πρώτον μεν επιμελητέον περί την σύζευξιν, πότε και ποίους τινας χρη ποιείσθαι προς αλλήλους την γαμικήν ομιλίαν". Και ο Πλάτων συνεχίζει και αναφέρει: "Ο κάθε πολίτης θα πρέπει να συνάπτει τον πιο συμφέροντα γάμο για την πόλη κι όχι τον πιο ευχάριστο για τον ίδιο". "Τον γαρ τη πόλει δει συμφέροντα μνηστεύειν γάμον έκαστονo ου τον ήδιστον αυτών". Η νομοθεσία της Σπάρτης για το γάμο, μπορεί να χαρακτηριστεί ως μία από τις τολμηρότερες αλλά και τις πιο παράδοξες, στο θέμα της ευγονικής των αρχαίων: "Νόμος των Σπαρτιατών ορίζει ως τιμωρίες την μεν πρώτη του αγαμίου, τη δεύτερη του οψιγαμίου, τρίτη δε και μεγαλύτερη όλων του κακογαμίου".
"Σπαρτιατών νόμος τάττει ζημίας την μεν πρώτην αγαμίου, την δευτέραν οψι-γαμίου, την τρίτην και μεγίστην κακογαμίου". Στην Αθήνα, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η αμοιβαία και ελεύθερη συγκατάθεση των "συνερχομένων εις γάμου κοινωνία" είναι αναγκαία, ενώ παράλληλα γίνεται λεπτομερής εξέταση για την εξακρίβωση της σωματικής ικανότητας και ακεραιότητας των γεννητικών οργάνων του νέου και της νέας. Κατά την εξέταση, οι μεν νέοι είναι τελείως γυμνοί, οι δε νέες είναι γυμνές μέχρι τη μέση. Στο Βυζάντιο, οι ιατροί καθιερώνουν συγκεκριμένες προγαμιαίες εξετάσεις για κάποια νοσήματα, όπως τα ψυχιατρικά (π.χ. μανία), η επιληψία, ο αλκοολισμός, η λέπρα, η βαριά χρόνια πάθηση, ο ευνουχισμός και η ανικανότητα "προς συνάφεια". Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως τις μαίες, για το επάγγελμα των οποίων μας δίνει πληροφορίες ο Σωκράτης, ο οποίος, ως γνωστόν, ήταν γιος της μαίας Φαιναρέτης. Ο φιλόσοφος αποδίδει μεγάλη σημασία στις δραστηριότητες των μαιών, με την προϋπόθεση πως αυτές γνωρίζουν άριστα να συνδυάζουν τα "προς σύζευξιν" άτομα: "Είναι πάρα πολύ ικανές προξενήτρες, αφού είναι πολύ σοφές στο να γνωρίζουν ποια γυναίκα πρέπει να παντρευτεί ποιον, για να γεννήσει άριστα παιδιά".
"Ότι και προμνήστριαί εισι δεινόταται, ως πάσσοφοι ούσαι περί του γνώναι ποίαν χρη ποίω ανδρί συνούσαν ως αρίστους παίδας τίκτειν". Ο θείος Πλάτων, ο πατέρας της ευγονικής, στην ιδανική "Πολιτεία" του θέσπισε πρώτος το νόμο:  "Από αυτούς που βρίσκονται στην ακμή τους πρέπει να γεννιούνται απόγονοι". "Εξ ακμαζόντων δει τα έκγονα γίγνεσθαι". Ακόμη, ο Ξενοφών (Ε΄άΔ΄ αιώνα π.Χ.) προσθέτει τα ακόλουθα:
"Όρισε (ο νομοθέτης) να γίνονται οι γάμοι όταν τα σώματα βρίσκονται στην ακμή τους·και αυτό επειδή το θεωρούσε συμφέρον για την ε υ γ ο ν ί α". "Έταξεν (ο νομοθέτης) εν ακμαίς των σωμάτων τους γάμους ποιείσθαι και τούτο συμφέρον τη ε υ γ ο ν ί α νομίζων". Ο Αριστοτέλης καθορίζει την ηλικία γάμου για τις γυναίκες και τους άνδρες. Θεωρεί πως είναι δυνατόν οι ηλικίες αυτές να ελαχιστοποιηθούν κάπως:  "Στις γυναίκες ταιριάζει να παντρεύονται στην ηλικία των δεκαοκτώ και στους άνδρες τριανταεπτά ή λιγότερο. Γιατί τότε παντρεύονται ενώ τα σώματά τους βρίσκονται στη μεγαλύτερη ακμή".  "Δια τας μεν γυναίκας αρμόττει περί την οκτωκαίδεκα ετών ηλκίαν συζευγνύναι, τους δε άνδρας επτά και τριάκοντα ή σμικρόνo εν τοσούτω γαρ ακμάζουσί τε τοις σώμασι η σύζευξις έσται". Ειδικότερα, για την ηλικία και τη διάρκεια κατά την οποία το ζευγάρι θα γεννά παιδιά, ο Αριστοτέλης πιστεύει: "Αφού έχει οριστεί η αρχή της ηλικίας για τον άνδρα και τη γυναίκα, πρέπει να κανονιστεί πότε θα αρχίσει να τελείται η συνεύρεση και για πόσο χρόνο αρμόζει να υπηρετούν την τεκνοποιία (να γεννούν τα παιδιά)". "Επεί δε η μεν αρχή της ηλικίας ανδρί και γυναικί διώρισται πότε άρχεσθαι χρη της συζεύξεως και πόσον χρόνον λειτουργείν αρμόττει προς τεκνοποιΐαν ωρίσθω". Ο πρώιμος γάμος θεωρείται "ως λίαν επιβλαβής", τόσο για το είδος, όσο και για το άτομο. Σχετικά με αυτό, ο Αριστοτέλης γράφει στα "Πολιτικά" του: "Ο γάμος μεταξύ των νέων είναι κακός στο θέμα της τεκνοποιίας, γιατί σε όσες από τις πόλεις συνηθίζεται να παντρεύονται νέοι με νέες, οι πολίτες τους είναι ατελείς και μικρόσωμοι". "Έστι δε ο των νέων συνδυασμός φαύλος προς τεκνοποιΐανo εν όσαις γαρ των πόλεων επιχωριάζεται το νέους συζευγνύναι και νέας, ατελείς και μικροί τα σώματά εισιν". Ο Αριστοτέλης καταδικάζει επίσης τους όψιμους γάμους, γράφοντας:  "Τα παιδιά των μεγαλύτερων σε ηλικία, καθώς και αυτά των νεώτερων, είναι ατελή και σωματικά και διανοητικά, ενώ τα παιδιά των γερόντων είναι ασθενή". "Τα γαρ των πρεσβυτέρων έκγονα, καθάπερ τα των νεωτέρων, ατελή γίγνεται και τοις σώμασι και ταις διανοίαις, τα δε των γεγηρακότων ασθενή". Σύμφωνα με το φιλόσοφο Ξενοκράτη τον Χαλκηδόνιο[21] (Δ΄ αιώνας π.Χ.), ο γάμος στη Σπάρτη ετελείτο "εν ακμαίς".  Αντίστοιχα, ο Πλούταρχος (Α΄άΒ΄ αιώνας μ.Χ.) αιτιολογεί το όριο ηλικίας: "Για να αποκτήσουν δυνατά παιδιά, εφόσον θα γεννηθούν από ώριμους γονείς".  "Ίνα τα τέκνα ισχυρά τύχωσιν εκ τελείων γεννώμενα". Και ο Πλούταρχος σε άλλο σημείο συνεχίζει: "Οι Σπαρτιάτες παντρεύονταν αφού άρπαζαν όχι μικρές ούτε ανώριμες για γάμο γυναίκες, αλλά αυτές που ήταν στο άνθος της ηλικίας τους και ώριμες". "Οι Σπαρτιάται εγάμουν δι' αρπαγής ου μικράς ουδέ αώρους προς γάμον αλλά ακμαζούσας και πεπείρους". Παρόμοιες ιδέες εκφράζει και ο Ορειβάσιος (Δ΄ αιώνας μ.Χ.), ο οποίος φρονεί ότι η παιδοποιία σε πολύ νεαρή ηλικία, δηλαδή κάτω από τα δέκα οκτώ χρόνια, δεν είναι συμφέρουσα ούτε για τη μητέρα, ούτε για το παιδί. Τόσο ο Ιπποκράτης και ο Αριστοτέλης, όσο και ο Αθήναιος ο Ταρσεύς (Α΄ αιώνας μ.Χ.), του οποίου το κεφάλαιο "Παρασκευή προς Παιδοποιία" έχει διασώσει ο Γαληνός (128-200 μ.Χ.), δίδουν σειρά συμβουλών για την Υγιεινή της Παιδοποιίας . Παρόμοιες συμβουλές δίνει και ο Ορειβάσιος, ο οποίος έχει γράψει σχετικό κεφάλαιο, το "Εκ των Αθηναίου του Ταρσέως. Παρασκευή προς Παιδοποιίαν". Οι αρχαίοι Έλληνες προφανώς παραδέχονταν την επιστημονική αλήθεια ότι:  "Οι γεννήτορες δέον να ώσιν υγιείς, και κατά την στιγμήν της Παιδοποιΐας να ευρίσκωνται εις το μέγιστον της φυσιολογικής ευεξίας και ευρυθμίας από απόψεως σωματικής, ηθικής και ψυχικής". Η αναπαραγωγή, δηλαδή η ιερότερη και ευγενέστερη εκδήλωση της ανθρώπινης δημιουργικότητας, αποτελούσε, κατά κάποιον τρόπο, ιεροτελεστία, στην οποία ήταν καθορισμένα τα καθήκοντα των δύο συζύγων μαζί και του καθένα χωριστά. 
Ολόκληρη η φιλοσοφία της κληρονομικότητας περιέχεται στο αξίωμα, που με τόση σαφήνεια και διορατικότητα έχει διατυπώσει ο πατέρας της Ιατρικής, ο Ιπποκράτης, το ίδιο που επανέλαβε ο μέγας Γαληνός:  "Και ο γόνος έρχεται από όλα τα μέρη του σώματος και από τα υγιή είναι υγιής και από τα νοσηρά νοσηρός". "Ο γαρ γόνος πανταχόθεν έρχεται του σώματος από τε των υγιηρών υγιηρός, από τε των νοσερών νοσερός". Βλέποντας ακόμη πιο μακριά, ο Ιπποκράτης διαβλέπει την ισοδύναμη συμμετοχή στη διαδικασία της σύλληψης τόσο του άνδρα, όσο και της γυναίκας:
"Και στην ίδια τη γέννηση (σύλληψη) εξέρχεται (ο γόνος) και από τη γυναίκα και από τον άνδρα, απ' όλο το σώμα, και από των ασθενών ασθενής και από των ισχυρών ισχυρός". "Και εν αυτήφι τη γονή και εξέρχεται και της γυναικός και του ανδρός από παντός του σώματος, και από των ασθενέων ασθενής και από των ισχυρών ισχυρή". Η ίδια διαπίστωση χαίρει εκτιμήσεως και από τον Γαληνό: "Λέγουν, λοιπόν, ότι ο γόνος έρχεται από όλο το σώμα και εκ μεν των υγιών υγιής, εκ δε των νοσηρών νοσηρός". "Έρχεται γαρ ο γόνος, φησίν, από παντός του σώματος, και από μεν των υγιεινών υγιεινός, από δε των νοσηρών νοσηρός". Ο Αριστοτέλης, στην πραγματεία του "Περί Ζώων Γενέσεως", προσπαθεί να αποδείξει με λογικές παρατηρήσεις το αβάσιμο, κατά τη γνώμη του, της προέλευσης του σπέρματος από όλα τα μέρη του σώματος. Η θεωρία αυτή, που πιθανολογείται ότι βασίζεται στις απόψεις του Δημοκρίτου, υποστηρίχτηκε και από τον Ιπποκράτη. Είναι δύσκολο να αποσαφηνιστεί πλήρως ποιος από τους δύο διανοητές την υποστήριξε πρώτος, αφού έζησαν την ίδια εποχή.
Πρέπει να επισημανθεί στο σημείο αυτό ότι ο Αριστοτέλης διατυπώνει τις πιο σαφείς γνώσεις Βιολογίας σχετικά με τον καθορισμό των δύο φύλων στη μήτρα, δεδομένου ότι αποδίδει τη διαφορά στο σπέρμα, όπως κάνει τόσο ο Ιπποκράτης, όσο και η σύγχρονη Επιστήμη.  "Το κορίτσι μάλιστα και το αγόρι καθορίζονται στο γένος, όταν ακόμη τα έμβρυα είναι ατελή. Αμφισβητείται αν η καταβολή του φύλου υπάρχει πριν ακόμη να υποπέσει στην αντίληψή μας, καθώς επίσης εάν προϋπήρχε πριν να αναπτυχθεί το κύημα στη μήτρα, ή (μήπως) έγινε αυτό κατά τη διάπλαση μέσα στη μήτρα, γιατί ορισμένοι, όπως ο Αναξαγόρας (ΣΤ΄ αιώνας π.Χ.) και άλλοι φυσικοί φιλόσοφοι, υποστηρίζουν ότι η διαφορά υπήρχε στο σπέρμα. Έλεγαν ότι το σπέρμα προέρχεται μόνο από τον άνδρα, η δε γυναίκα παρέχει απλά τον τόπο". "Έτι γαρ ατελών όντων εν τω γένει διορίζεται το θήλυ και το άρρενo πότερον δε και πριν δήλην την διαφοράν είναι προς την αίσθησιν ημών το μεν θήλυ το δ' άρρεν εστίν, εν τη μητρί λαβόντα την διαφοράν ή πρότερον, αμφισβητείταιo φασί γαρ οι μεν εν τοις σπέρμασιν είναι ταύτην την εναντίωσιν ευθύς, οίον Αναξαγόρας και έτεροι των φυσιολόγωνo γίγνεσθαί τε γαρ εν του άρρενος το σπέρμα, το δε θήλυ παρέχειν τον τόπον". Τη θεωρία αυτή ο Αριστοτέλης την αναιρεί και αποδεικνύει το αστήρικτο αυτής, λέγοντας:  "Τα ετερόφυλα δίδυμα αναπτύσσονται πολλές φορές στην ίδια μήτρα, όπως διαπιστώθηκε από τις ανατομές σε όλα τα θηλαστικά". "Έτι δε γίγνεται δίδυμα θήλυ και άρρεν άμα εν τω αυτώ μορίω πολλάκις της υστέρας, και τουθ' ικανώς τεθεωρήκαμεν εκ των ανατομών εν πάσι τοις ζωο-τοκούσι". Η επιχειρηματολογία του είναι αφοπλιστική. Υποστηρίζει πως είναι προτιμότερο να δεχτεί κάποιος ότι τα φύλα προκύπτουν από την υπεροχή του ενός ή του άλλου φύλου γιατί: "Ούτε το όλο σπέρμα προέρχεται από κάθε φύλο, ώστε υπερισχύοντας κάποιο μέρος του άλλου να δίνει ανάλογα τη γένεση άλλοτε μεν αγοριού άλλοτε δε κοριτσιού".  "Ούτ' εξ εκατέρου παν αποκρινόμενον, τω κρατήσαί τι μέρος άλλου μέρους γίγνεσθαι το μεν θήλυ το δε άρρεν". Σύμφωνα με τον Μέγα Βασίλειο και τον Γρηγόριο τον Νύσσης (Δ΄ αιώνας μ.Χ.), υπάρχουν κληρονομικοί παράγοντες και ορισμένες ιδιότητες των γονιδίων, που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την ικανότητα προς αύξηση του εμβρύου, ενώ στην ανάπτυξή του επιδρούν και επίκτητοι παράγοντες: "Κατά την πρώτη ένωση (σπερματοζωαρίου και ωαρίου), η οποία συνέβη στη μήτρα, βάλθηκαν ως θεμέλιο και οι αιτίες για την αύξηση (του ωού σε έμβρυο)... Τα σπερματοζωάρια που ήδη έχουν εγχυθεί στη μήτρα, περιέχουν και μεταβιβάζουν στο ωάριο την ικανότητα ώστε να αυξάνεται".  "Κατά την πρώτην σύστασιν, την καταβληθείσαν εν τη μήτρα, κατεβλήθησαν και οι λόγοι της αυξήσεως... Αι μητρώαι καταβολαί συγκαταβεβλημένας έχουσι τας προς το αυξάνεσθαι επιτηδειότητας". Πρέπει να τονισθεί ότι τον Ε΄ αιώνα π.Χ., η μυθική περίοδος της Ελλάδας έχει ολοκληρωθεί. Η γέννηση διδύμων ή τριδύμων ήταν λογικό να απασχολεί τους Έλληνες στοχαστές. Σχετικά, ο Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος (Ε΄ αιώνας π.Χ.) υποστηρίζει πως:
"Τα δίδυμα ή τα τρίδυμα γεννιούνται εκ πλεονασμού ή εκ περιφερικού τεμαχισμού του σπέρματος".  "Εμπεδοκλής δίδυμα και τρίδυμα γίγνεσθαι κατά πλεονασμόν και περισχισμόν του σπέρματος". Ειδικά για τα δίδυμα παιδιά, ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι μπορεί να σχηματίζονται λόγω της περισσότερης γονιμοποιητικής ύλης ή του διαχωρισμού του κυήματος και σημειώνει: "Σημειωτέον δε ότι και το αίτιο της γένεσης των παρά φύσιν πλεοναζόντων μελών (λ.χ. της εξαδακτυλίας) και της διδυμοτοκίας είναι το ίδιο, διότι ήδη στα κυήματα ενυπάρχει το αίτιο, εάν δηλαδή η περισσότερη γονιμοποιητική ύλη σχηματίσει τα δίδυμα". "Των δε πλεοναζόντων μορίων παρά φύσιν το αυτό αίτιον και της διδυμοτοκίαςo ήδη γαρ εν τοις κυήμασι συμβαίνει το αίτιον, εάν πλείων ύλη συστή". Στους Βυζαντινούς, επίσης, υπάρχει η ιατρική εξήγηση της δίδυμης ή πολύδυμης κύηση, που είναι η ίδια με αυτή των αρχαίων Ελλήνων. Επομένως πολύδυμη κύηση θα έχουμε όταν η "γονή εμπέσει σε περισσοτέρους κόλπους της μήτρας". Στη συνέχεια θα καταγράψουμε τις απόψεις διαφόρων συγγραφέων σχετικά με την ευγονική και την κληρονομικότητα.
Αναφέρουμε τον Ησίοδο (Η΄ αιώνας π.Χ.), από το βιβλίο του οποίου "Ασπίς του Ηρακλέους" πληροφορούμαστε σχετικά με την κληρονομικότητα. Ο ποιητής σημειώνει τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ του Ηρακλέους, ο οποίος μοιάζει με τον εραστή της μητέρας του Αλκμήνης, δηλαδή το Δία, και του δίδυμου αδελφού του, του Ιφικλέους, ο οποίος μοιάζει με τον πατέρα του και σύζυγο της Αλκμήνης, τον Αμφιτρύωνα. "Κι η Αλκμήνη, απ' το ερωτικό αγκάλιασμα που έκαμε με Θεό και με άνδρα τον πιο γενναίο, στην επτάπυλη Θήβα γέννησε δίδυμα παιδιά, που όμως δεν είχαν την ίδια καρδία, παρ' όλο που ήταν αδέλφια ο ένας ήταν πιο ασθενικός, ενώ ο άλλος ήταν έξοχος, ο τρομερός σε δύναμη κι ανδρεία Ηρακλής. αυτόν τον γέννησε από το ερωτικό αγκάλιασμα με τον μαυρονέφελο γιο του Κρόνου (τον Δία), ενώ τον Ιφικλέα από το αγκάλιασμα με τον γενναίο Αμφιτρύωνα"."Η δε Θεώ δμηθείσα και ανέρι πολλόν αρίστω Θήβη εν επταπύλω διδυμάονε γείνατο παίδε, ου κάθομα φρονέοντεo κασίγνητώ γε μενήστηνo τον μεν χειρότερον, τον δ' αυ μέγ' αμείνοντα φώτα, δεινόν τε κρατερόν τε, βίην Ηρακληείηνo τον μεν υποδμηθείσα κελαινεφέϊ Κρονίωνι, αυτά Ιφικλή δορυσσόω Αμφυτρύωνι". Οι απόψεις περί ευγονικής του Πυθαγόρου του Σαμίου (ΣΤ΄άΕ΄ αιώνας π.Χ.) συνοψίζονται στα εξής:  "Καλοί γονείς, καλύτερα παιδιά, άριστοι απόγονοι". "Αγαθοί γονείς, βελτίονα τέκνα, βέλτιστοι έγκονοι". Ο Ιπποκράτης αναφέρει σχετικά με την κληρονομικότητα:  "Αν λοιπόν γεννιούνται και από φαλακρούς γονείς φαλακρά παιδιά και από γαλανομάτηδες παιδιά με γαλανά μάτια και από γονείς αλλήθωρους αλλήθωρα, σχετικά με τον αριθμό τους και την υπόλοιπη μορφή τους ισχύει ο ίδιος λόγος". "Ει ουν γίγνονται εκ τε των φαλακρών φαλακροί, και των γλαυκών γλαυκοί, και εκ διεστραμμένων στρεβλοί ως επί το πλήθος και περί της άλλης μορφής ο αυτός λόγος". Στο δε βιβλίο "Περί Ιερής Νούσου" ο Ιπποκράτης σημειώνει:  "Αν λοιπόν από φλεγματώδεις γονείς γεννιούνται φλεγματώδη παιδιά και από χολώδεις χολώδη και από φυματικούς φυματικά και από σπληνώδεις σπληνώδη, τί εμποδίζει και στις περιπτώσεις όπου και ο πατέρας και η μητέρα κατέχονταν απ' αυτή την ασθένεια (την επιληψία) να την έχει και κάποιος απόγονος".  "Ει γαρ εκ του φλεγματώδεος φλεγματώδης, και εκ χολώδεος χολώδης, και εκ φθινώδεος φθινώδης και εκ σπληνώδεος σπληνώδης τι κωλύει και όπου πατήρ και μήτηρ έχετο τούτω τω νοσήματι (τη επιληψία), τούτω και των εκγόνων έχεσθαί τινα".
Ο Ιπποκράτης γνωρίζει επίσης ότι οι επίκτητοι χαρακτήρες δεν κληρονομούνται, όπως π.χ. οι επίκτητες σωματικές αναπηρίες:  "Σχετικά με τα παιδιά ανάπηρων γονέων, συνήθως γεννιούνται υγιή, γιατί το ανάπηρο μέρος έχει την ίδια σύσταση με το υγιές μέρος". "Ο τι δε, πεπηρωμένων ανθρώπων, υγιέα γίγνονται τα παιδία, ως επί το πλείστον συμβαίνειo έχει γαρ τον αριθμόν πάντα το πεπηρωμένον τω υγιεί".
Τέλος, ο Ιπποκράτης στην προσπάθειά του να ερμηνεύσει διάφορες σκελετικές αναπηρίες που δημιουργούνται μέσα στη μήτρα, κάνει σύγκριση με τα δέντρα, τα οποία εμποδίζονται από κάποια πέτρα, με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται στραβά.
Οι σημερινοί νόμοι της κληρονομικότητας, όπως διατυπώθηκαν από τον Mendel το 1865 (και έχουν επεξηγηθεί πλήρως με τα χρωματοσώματα), είναι απλά μια "εν τω βάθει" ανάλυση των αρχών που διακήρυσσε ο Ιπποκράτης πριν από 2.500 χρόνια.
Συμπερασματικά, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι ο Αριστοτέλης έχει σχηματίσει πλέον σαφή αντίληψη και διαθέτει σωστότερες γνώσεις για το βιολογικό γεγονός της κληρονομικότητας, με συνέπεια ο Γερμανός μοναχός Mendel κακώς να θεωρείται ως "πατήρ" της κληρονομικότητας. Το γεγονός, ότι πρώτος ο Αριστοτέλης επισήμανε τους νόμους της γενετικής και της κληρονομικότητας εν γένει, ενώ ο πολύς Mendel ακολουθεί και συμπληρώνει, μπορεί να αποδειχθεί από το ακόλουθο χωρίο:
"Γεννιούνται και από ανάπηρους γονείς ανάπηρα παιδιά, όπως για παράδειγμα από κουτσούς κουτσά και τυφλούς τυφλά, και γενικά τα παιδιά με ανωμαλίες μοιάζουν πολύ συχνά (με τους γονείς) και έχουν σημάδια συγγενή, όπως φύματα και ουλές. Ήδη έχει μεταβιβαστεί κάτι από αυτού του είδους (τις ανωμαλίες) μέχρι τρεις γενιές, όπως αν κάποιος που είχε ένα στίγμα στο βραχίονα, (ενώ) στο γιο του δεν παρουσιάστηκε, αλλά το είχε ο εγγονός του στο ίδιο σημείο, συγκεχυμένο όμως λίγα τέτοια παρουσιάζονται, συνήθως οι ολοκληρωμένες (ανωμαλίες) προέρχονται από γονείς με ατέλειες, και τίποτα δεν ξεφεύγει απ' αυτά... Δέχονται ακόμη ότι μεταβιβάζεται σε περισσότερες γενιές, και όπως στην Ήλιδα, αυτή που μοίχευσε με τον Αιθίοπα· η κόρη της δε γεννήθηκε μαύρη, αλλά το εγγόνι της". "Γίγνονται δε και εξ αναπήρων ανάπηροι, οίον εκ χωλών χωλοί και τυφλών τυφλοί, και όλως τα παρά φύσιν εοικότες πολλάκις, και σημεία έχοντες συγγενή, οίον φύματα και ουλάς. Ήδη δ' απέδωκε των τοιούτων τι και δια τριών, οίον εχοντός τινος στίγμα εν τω βραχίονι, ο μεν υιός ουκ εγένετο, ο δε υιϊδούς έχων εν τω αυτώ τόπω συγκεχυμένονo μέντοι ολίγα μεν ουν γίγνεται τα τοιαύτα, τα δε πλείστα ου γίγνεται, αλλ' ολόκληρα εκ κολοβών και ουδέν αποτέτακται τούτων... Αποδίδωσι δε και δια πλειόνων γενών, οίον εν Ήλιδι η τω Αιθίοπι μοιχευθείσαo η μεν γαρ θυγάτηρ εγένετο ουκ Αιθίοψ, το δε εκ ταύτης.” Σχετικά με το ίδιο θέμα της κληρονομικότητας, ενδιαφέρον προκαλούν οι εργασίες της γυναικολόγου Κλεοπάτρας (Α΄ αιώνας π.Χ.), η οποία έζησε στη Ρώμη και έγραψε το έργο "De Genetricis", δηλαδή "Περί της Γενετικής". Άλλωστε, οι απόψεις της αποτελούν ένα από τα σπουδαιότερα ιατρικά κείμενα που γράφτηκαν από γυναίκες μέχρι τον ΙΑ΄ αιώνα, οπότε εμφανίστηκε η Τρότουλα στη Σχολή του Σαλέρνο. Οι απόψεις του Πλουτάρχου σε ό,τι αφορά την ευγονική, επιγραμματικά διατυπώνονται στην αρχή της πραγματείας του "Περί Παίδων Αγωγής": "Πρώτα-πρώτα είναι σωστό από εκεί να αρχίσουμε, από τη γέννηση". "Bέλτιον δ' ίσως από της γενέσεως άρξασθαι πρώτον". Αμέσως μετά συνεχίζει:  "Κι ήταν σοφός, αλήθεια, ο ποιητής που λέει:  "Αν το θεμέλιο της γενιάς δεν μπει σωστά, σίγουρη θα ΄ρθει η δυστυχία στους απόγονους". "Και σοφός ην αρ' ο ποιητής ος φησίν όταν δε κρηπίς μη καταβληθή γένους ορθώς, ανάγκη δυστυχείν τους εκγόνους". Κατά τη Βυζαντινή περίοδο, η ευγονική έτυχε νομοθετικής μέριμνας. Στην "ιζ΄ Νεαρά" του Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού (Η΄ αιώνας μ.Χ.) υπάρχει απαγόρευση γενετήσιων σχέσεων κατά τη διάρκεια της λοχείας και της εμμηνορρυσίας της γυναίκας. Ο νομοθέτης επικαλείται φροντίδα για τα παιδιά που θα γεννηθούν απ' αυτές τις σχέσεις, προκειμένου, όπως εξηγεί:  "Να μη λάβει το ζώο τη σύστασή του (το γενετικό υλικό) από ύλη άχρηστη και μη φυσιολογική". "Μη εξ αχρήστου και διεφθαρμένης ύλης λαμβάνει το ζώον την σύστασιν".  Ο Θεοδώρητος Κύρου (Δ΄άΕ΄ αιώνας μ.Χ.) είχε εκφράσει ορισμένες ιατρικές απόψεις, ότι η απαγόρευση των σχέσεων κατά την περίοδο της λοχείας αποσκοπούσε στην ανάπαυση των καταπονημένων γυναικών. Ακόμη ανέφερε ότι στην περίπτωση που επερχόταν (νέα) σύλληψη, υπήρχε κίνδυνος το έμβρυο να γεννηθεί με ασθένειες, βιολογικές ελλείψεις ή άλλες ανωμαλίες. Με ταυτόσημες αιτιάσεις επεξηγούν τις απαγορεύσεις αυτές ο Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης (Δ΄άΕ΄ αιώνας μ.Χ.), ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Δ΄ ο Νηστευτής (ΣΤ΄ αιώνας μ.Χ.) κ.ά.[62]
Η ομοιότητα των τέκνων προς τους γονείς ή τους προγόνους τους και ο τρόπος με τον οποίο αυτή κληροδοτείται ή κληρονομείται, αποτελούσε επίσης ένα από τα θέματα που απασχόλησαν τους αρχαίους συγγραφείς.  Πρώτος ο Ησίοδος αναφέρει: "Οι γυναίκες γεννούν παιδιά που μοιάζουν με τους γονείς τους". "Τίκτουσιν δε γυναίκες εοικότα τέκνα γονείσι". Ο Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος θεωρεί: "Τα κληρονομικά χαρακτηριστικά, δηλαδή η ομοιότητα παιδιών, γονιών και προγόνων, οφείλονται στην επικράτηση των σπερματικών γόνων, ενώ αντίθετα, η ανομοιότητα εξαρτάται από την εξάτμιση της θερμότητας του σπέρματος".  "Eμπεδοκλής ομοιότητας γίγνεσθαι κατ' επικράτειαν των σπερματικών γόνων, ανομοιότητας δε της εν τω σπέρματι θερμασίας εξατμηθείσης". Υπήρχε ακόμη η πεποίθηση ότι εάν τα παιδιά που γεννιούνται δε μοιάζουν με τους γονείς, τότε, κατά τη σύλληψη οι γυναίκες είχαν αγαπήσει ανδριάντες ή εικόνες, με συνέπεια να γεννήσουν παιδιά παρόμοια με αυτούς. Ο Παρμενίδης ο Ελεάτης (Ε΄ αιώνας π.Χ.) πιστεύει:
"Αν ο γόνος προέλθει από το δεξιό μέρος της μήτρας, το παιδί θα μοιάζει στον πατέρα. αν προέλθει από το αριστερό, θα μοιάζει στη μητέρα". "Παρμενίδης, όταν μεν από του δεξιού μέρους της μήτρας ο γόνος αποκριθή, τοις πατράσινo όταν δ' από του αριστερού, ταις μητράσιν". Ο Δημόκριτος ο Αβδηρίτης φρονεί ότι η ομοιότητα των τέκνων προς τον πατέρα ή τη μητέρα εξαρτάται "κατ' επικράτησιν" της πατρικής ή μητρικής σποράς. Αντίστοιχα, οι Στωικοί (Δ΄ αιώνας π.Χ.) πρεσβεύουν πως:
"Τα σπέρματα προέρχονται από ολόκληρο το σώμα και την ψυχή, και ότι αναπλάσσονται οι τύποι και οι χαρακτήρες εξαιτίας της ομοιότητας των γενών, όπως ακριβώς ο ζωγράφος (θα έφτιαχνε) μια εικόνα αυτού που βλέπει με όμοια χρώματα. Κι αν επικρατήσει (το σπέρμα) της γυναίκας, το (παιδί) που γεννιέται μοιάζει στη μητέρα, αν επικρατήσει του άνδρα, στον άνδρα".  "Οι Στωικοί από του σώματος όλου και της ψυχής φέρεσθαι τα σπέρματα, και της ομοιότητος αναπλάττεσθαι εκ των αυτών γενών τους τύπους και τους χαρακτήρας, ώσπερ αν ει ζωγράφον από των ομοίων χρωμάτων εικόνα του βλεπομένου... Καν μεν επικρατήση το της γυναικός, όμοιον είναι το γεννώμενον τη μητρί, εάν δε το του ανδρός, τω ανδρί". Ο Φιλόλαος ο Ταραντίνος ή Κροτωνιάτης (Ε΄ά Δ΄ αιώνας π.Χ.) πιστεύει ότι η γέννηση είναι μεταβλητής φύσης και όλα όσα δημιουργούνται και φθείρονται σώζονται διά της "γονής", η οποία καθορίζει ό,τι γεννιέται να φέρει την ίδια μορφή με αυτόν που το γέννησε, δηλαδή με τον πατέρα και δημιουργό. Οι γνώσεις του Αριστοτέλη για την ομοιότητα των τέκνων προς τους γονείς θεωρούνται πολύ προηγμένες. Παραδέχεται μεν ότι κληρονομούνται οι συγγενείς χαρακτήρες, αλλά πιστεύει, εσφαλμένα βέβαια, ότι κληρονομούνται και οι επίκτητοι χαρακτήρες. Υποστηρίζει πως μέσα στο σπέρμα εμπεριέχονται οι χαρακτήρες και οι ιδιότητες των προγόνων. Oι χαρακτήρες αυτοί, δέχεται ο Αριστοτέλης ότι δημιουργούνται μέσα στο σπέρμα μετά τη γονιμοποίηση "εκ καταβολής". Δηλαδή το ίδιο το σπέρμα δεν περικλείει αυτούσια την ομοιότητα ενός χαρακτήρα, την οποία μεταβιβάζει στους απογόνους, αλλά φέρει μόνο καταβολές των χαρακτήρων. Επομένως, το σπέρμα αποτελεί ένα βιολογικό εργαστήριο, όπου δια της πλοκής των "γόνων" δημιουργείται ο όμοιος χαρακτήρας. Με αυτόν τον τρόπο καθορίζεται και το φύλο του εμβρύου. Στην ομοιότητα των τέκνων προς τους γεννήτορες αποφασιστική επίδραση ασκεί κατά τον Αριστοτέλη η διατροφή και γενικά η δίαιτα, καθώς και το περιβάλλον. Οι παράγοντες αυτοί συντελούν ώστε άλλα από τα παιδιά να μοιάζουν με τους γονείς και άλλα όχι, κάποια να μοιάζουν με τη μητέρα και κάποια με τον πατέρα, άλλοτε ως προς το σύνολο των χαρακτήρων και άλλοτε ως προς ένα μόνο μέρος τους. Επίσης, επιδρούν έτσι ώστε ορισμένα παιδιά να μοιάζουν περισσότερο προς τους γονείς παρά προς τους προγόνους και αντίστροφα, ή, τέλος, τα αγόρια να μοιάζουν περισσότερο στον πατέρα, τα κορίτσια στη μητέρα και μερικά να μη μοιάζουν σε κανένα. Αναλύοντας τα ενδεχόμενα αυτά, ο Αριστοτέλης διατυπώνει τις ακόλουθες υποθέσεις: α) Αρχικά, αυτή σύμφωνα με την οποία οι χαρακτήρες κληρονομούνται, οι μεν "δυνάμει" οι δε "τη ενεργεία". Σύμφωνα με αυτήν πολλές φορές τα διάφορα μόρια του σώματος μοιάζουν άλλα με τα μόρια του πατέρα άλλα με αυτά της μητέρας και άλλα με κάποια μόρια ορισμένων προγόνων. Οι εκδηλώσεις οι οποίες χαρακτηρίζουν τα διάφορα όργανα ασκούνται είτε "εν ενεργεία", είτε "εν λανθανούση ενεργεία".  β) Το "υπερισχύον" (δηλαδή ο χαρακτήρας που υπερισχύει) διαχωρίζεται από τον αντίθετό του (το χαρακτήρα που δεν υπερισχύει): στη συνέχεια, το υπερισχύον, "καταλυόμενον δε εις την επακολουθήσασαν κληρονομικήν κίνησιν" (καταλύεται δηλαδή τη στιγμή της κίνησης της "γονής" για τη δημιουργική γένεση του κυήματος) και μάλιστα ολίγο "καταλυόμενον", έχει ως αποτέλεσμα να κληρονομούνται χαρακτήρες των γονέων, ενώ, περισσότερο "καταλυόμενον", έχει ως αποτέλεσμα να κληρονομούνται χαρακτήρες των πιο απομακρυσμένων προγόνων.  γ) Σε μερικές περιπτώσεις, οι κληρονομικοί χαρακτήρες συγχέονται σε τέτοιο βαθμό, ώστε το τέκνο δε μοιάζει με κανέναν από τους οικείους και τους συγγενείς. Συνεπώς, εφόσον απουσιάζουν οι κοινοί προς τους γονείς ή τους προγόνους χαρακτήρες, διατηρούνται μόνο εκείνοι που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο. Ως αιτία για την κατάλυση της κληρονομικότητας ορίζεται από τον Αριστοτέλη η ιδιότητα των "εν ενεργεία" κληρονομικών δυνάμεων του σπέρματος να "καταλύονται" λόγω πάθησης του ίδιου του σπέρματος. Μεταβάλλεται, έτσι η πάσχουσα κληρονομική δύναμη, οπότε δεν μπορεί να επικρατήσει. Επομένως, ανάλογα προς την επικράτηση ή μη κάποιας συγκεκριμένης κληρονομικής δύναμης (χαρακτήρα) δίνεται στο "έκγονον" η αντίστοιχη πολυμορφία, όπως συμβαίνει στους αθλητές ένεκα της πολυφαγίας. Σύμφωνα με τη διατύπωσή του, ο Αριστοτέλης πιστεύει: "To σπέρμα (δηλ. το σπερματοζωάριο ή το ωάριο) όντας ένα, αποτελεί αποθήκη πολλών σπερμάτων (δηλ. γονιδίων)". "Η γονή μία ούσα, αποτελεί πολλών πανσπερμία". Σχολιάζοντας την άποψη αυτή, ο Σταγειρίτης διαπιστώνει πως, σε κάποιο βαθμό, η εκδοχή του παρουσιάζεται ασαφής, ενώ σε πολλά σημεία δεν ταυτίζεται με την πραγματικότητα. Έτσι, θεωρεί πως είναι προτιμότερο να λέει κάποιος ότι η βιολογική εκδήλωση της "πανσπερμίας" δεν μπορεί να εμφανίζεται "εν ενεργεία", ενώ, αντίθετα, μπορεί να εμφανίζεται "εν δυνάμει". Ως γνωστόν, οι προβληματισμοί του Αριστοτέλους προέρχονται από την άμεση παρατήρηση της πραγματικότητας. Ο ίδιος περιγράφει την πολυπλοκότητα των "κληρονομικών φαινομένων" με τα ακόλουθα λόγια: "Εξάλλου τα τέκνα άλλοτε μεν μοιάζουν προς τους γονείς ή τους πάππους των άλλοτε δε προς ουδένα. Μάλιστα, την ομοιότητα αποδίδουν σε πιο απομακρυσμένους προγόνους. Συνήθως τα κορίτσια μοιάζουν μάλλον προς τη μητέρα, ενώ τα αγόρια προς τον πατέρα, πάντως συμβαίνει και το αντίθετο... Αλλά και κατά τα διάφορα μέρη του σώματος μοιάζουν τα παιδιά, άλλα προς τον πατέρα και άλλα προς τη μητέρα. Κάποιες φορές τα δίδυμα δε μοιάζουν μεταξύ τους, αν και τα περισσότερα μοιάζουν... Υπάρχουν γυναίκες οι οποίες γεννούν παιδιά πάντοτε όμοια προς τον εαυτόν τους και άλλες όμοια προς τον άνδρα τους". "Και εοικότες δε τοις γεννήσασιν η τοις άνωθεν γονεύσιν, οτέ δ' ουδέν, ουδενίo αποδίδωσι δε και δια πλειόνων γενών... Και ως μεν επί το πολύ τα θήλεα έοικε τη μητρί μάλλον, τα δ' άρρενα τω πατρίo γίγνεται δε και τουναντίον... Και κατά <τα> μέρη δε γίγνονται εοικότα <άλλοις> άλλα μέρη εκατέρωνo τα δε δίδυμα ήδη μεν εγένετο και ουκ εοικότα αλλήλοις, τα μέντοι πλείστα και ως επί το πολύ εοικότα... Εισί δε και γυναίκες, αι εοικότα εαυταίς γεννώσιν αεί, αι δε τω ανδρί". Ο Πλούταρχος αναφέρει την άποψη των ιατρών και των Στωικών, σχετικά με την ομοιότητα της σωματικής διάπλασης του εμβρύου και αυτής των γονέων του: "Για τους περισσότερους από τους ιατρούς, αυτή η ομοιότητα είναι τυχαία και συμπτωματική όταν το σπέρμα του άνδρα ή αυτό της γυναίκας ψύχεται, τα παιδιά δεν τους μοιάζουν. Σύμφωνα με τους Στωικούς, αυτό (η ομοιότητα γονέων-τέκνων) έχει ως αποτέλεσμα μια στενή σχέση στη σκέψη <...> είναι εισαγωγή ρευμάτων και ακτίνων (όχι ειδώλων), που προκαλεί την ομοιότητα με τους άλλους".  "Οι μεν πλείστοι των ιατρών τυχικώς και αυτομάτως, [εκ του] όταν διαψυγή το σπέρμα και το του ανδρός και το της γυναικός, ανόμοια γίγνεσθαι τα παιδία. Οι Στωϊκοί συμπαθεία της διανοίας <...> κατά ρευμάτων εισκρίσεις και ακτίνων (ουκ ειδώλων) γίγνεσθαι τας άλλας ομοιότητας". Η λατρεία διαφόρων τεράτων, όπως οι μονόφθαλμοι Κύκλωπες, η Γοργόνα Μέδουσα, η Σφίγγα και η Χίμαιρα έχει τις ρίζες της στην παρατήρηση γέννησης τεράτων. "Το πρώτον παράδειγμα ευγονικής προσπαθείας, όπερ ευρίσκομεν εν τη ιστορία, παρέχεται ημίν παρά των τα πάντα διανοηθέντων και τελειοποιησάντων ημετέρων προγόνων των αρχαίων Ελλήνων, οίτινες, εν τη διακρινούση αυτούς καλαισθητική αντιλήψει και τη προς την πολιτείαν μερίμνη, δεν ηδύναντο να ανεχθώσι την γέννησιν δυσμόρφων, καχεκτικών και ατελών την διάπλασιν παίδων. Δια τούτο βλέπομεν εν τη ιστορία των αρχαίων Σπαρτιατών, ότι τα ατελή και άμορφα πλάσματα εθανατούντο, ριπτόμενα, που μεν εις τας λεγομένας Αποθέτας -βαραθρώδη παρά τον Ταΰγετον τόπον, που δε εις τον Καιάδα, βάραθρον ωσαύτως παρά τον βράχον του σημερινού Μυστρά-, κατ' άλλους δε εις τον Ευρώτα ποταμόν, ευθύς ως τοιαύτα εγεννώντο, διότι ελογίζοντο όλως άχρηστα επί της γης". Οι προσπάθειες να επεξηγήσουν τη γέννηση τεράτων ποικίλλουν μεταξύ των Ελλήνων. O Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος πιστεύει πως αυτά γεννιούνται: "Από πλεονασμό ή από έλλειψη ή ανωμαλία της κίνησης, ή από υπερβολική διαίρεση ή παρέκκλιση του σπέρματος (κατά την οποία θεωρούσαν πως το σπέρμα δεν ακολουθεί την ορθή πορεία) έτσι, είναι αυτό το ίδιο το σπέρμα που καθορίζει όλες τις εξηγήσεις". "Εμπεδοκλής τέρατα γίγνεσθαι παρά πλεονασμόν σπέρματος ή παρ' έλλειψιν ή παρά την της κινήσεως ταραχήν ή παρά την εις πλείω διαίρεσιν ή παρά το απονεύεινo προειληφώς φαίνεται σχεδόν τι πάσας τας αιτιολογίας". Ο Δημόκριτος θεωρεί ότι:  "Η γέννηση των τεράτων οφείλεται στη μη σύγχρονη συνάντηση των δύο γονών στη μήτρα, αυτής που εκσπερματώθηκε πρώτη και εκείνης που εκσπερματώθηκε δεύτερη, η οποία καθώς εισέρχεται στη μήτρα προκαλεί σύμφυση και μεταλλαγή των μελών του εμβρύου".  "Δημόκριτος μεν ουν έφησε γίγνεσθαι τα τέρατα δια τας δύο γονάς πίπτειν, την μεν πρότερον ορμήσασαν την δ' ύστερον, και ταύτην εξελθούσαν ελθείν εις την υστέραν ώστε συμφύεσθαι και επαλλάττειν τα μόρια". Στράτων ο Λαμψακινός (Δ΄άΓ΄ αιώνας π.Χ.), περιπατητικός φιλόσοφος, ως αίτιο θεωρεί: "Από την πρόταξη ή αφαίρεση ή μετάθεση ή την επίδραση του πνεύματος". "Παρά πρόθεσιν ή αφαίρεσιν ή μετάθεσιν ή πνευμάτωσιν". Τέλος, κάποιοι από τους ιατρούς πιστεύουν ότι τα τέρατα δημιουργούνται: "Εξαιτίας της συστροφής της μήτρας, όταν πληρωθεί από αέρα". "Των ιατρών τινες παρά το διεστρέφεσθαι τότε την μήτραν εμπνευματουμένην". Ο Αριστοτέλης θεωρεί ως τέρατα αυτά τα νεογνά, που στερούνται ανθρώπινης μορφής. Οι καταβολές τους υπάρχουν στο σπέρμα και δημιουργούνται μετά τη γονιμοποίηση. Υποστηρίζει πως η γένεση ενός τέρατος συμβαίνει κατ' ανάγκη τυχαία, έχει, δηλαδή την "αρχήν γενέσεώς του εκ συμπτώσεως", και είναι σπάνια στον άνθρωπο. Παρ' όλα αυτά, παρατηρείται συχνότερα στις Αιγύπτιες, που είναι πολύγονες. Την αποδίδει στην ανδρική "γονή" και κυρίως στη "σπερματική ύλη" της γυναίκας και τα "διαπλασθησόμενα κυήματα ή στη σύμφυση πολλών εμβρύων. Σε άλλο σημείο αναφέρει περίπου τα ίδια, συμπληρώνοντας ότι η γέννηση τεράτων είναι εξαιρετικά σπάνια στα μονοτόκα ζώα και εμφανίζεται μάλλον στα πολυτόκα και οφείλεται στη σπερματική ύλη της γυναίκας και στα έμβρυα που διαπλάσσονται: "Εάν λοιπόν επιθυμεί κάποιος για την τερατογονία να θεωρεί ως υπεύθυνη την ανδρική γονή, οφείλουμε να δίνουμε αυτή την εξήγηση. Περισσότερο, όμως, πρέπει να την αποδώσουμε (την τερατογονία) στη σπερματική ύλη της γυναίκας και στα έμβρυα που διαπλάσσονται, τα οποία γι' αυτόν τον λόγο γίνονται τέρατα, όταν πρόκειται για μονοτόκες εξαιρετικά σπάνια, αλλά περισσότερο (συχνά) στις πολυτόκες". 
"Ει μεν ουν αιτιάσασθαι δει την από άρρενος γονήν, τούτον αν τον τρόπον είη λεκτέονo όλως δε μάλλον την αιτίαν οιητέον εν τη ύλη και τοις συνισταμένοις κυήμασιν είναι διό και γίγνονται τα τοιαύτα των τεράτων εν μεν τοις μονοτόκοις σπάνια πάμπαν, εν δε τοις πολυτόκοις μάλλον". Ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς (ιατρός, Β΄άΓ΄αιώνα μ.Χ.) φρονεί σχετικά με τα τέρατα: "Είναι ατελή εξαιτίας του πλεονασμού και της αταξίας της ύλης, και διαπλάσσονται με διαφορετική μορφή". "Είναι ατελή κατά πλεονασμόν και αταξίας ύλης, ετερόμορφα πλαττόμενα".  Και προσθέτει: "Τα τέρατα δε ζουν, επειδή η γέννησή τους δε συμβαίνει κατά πρόνοια της φύσης". "Τα τέρατα ου ζώσιμα τω μη είναι αυτών την γένεσιν κατά πρόνοιαν φύσεως". Η επιστημονική εξήγηση που δίδεται για τη γέννηση των τεράτων στο Βυζάντιο έχει ως εξής: η ιδιαιτερότητά τους αποδίδεται στην κακή διάταξη του γενετικού υλικού, το οποίο δεν είναι σε θέση να προσδιορίσουν περαιτέρω. Συγκεκριμένα, η άποψη του νομοθέτη πρεσβεύει:  "Σύμφωνα με τη νομοθεσία ("Βασιλικά", "Πανδέκτες", "Corpus Juris Civilis") δεν έχει προσωπικότητα αυτό που γεννήθηκε όταν είναι "Mostrum", δηλαδή όταν έχει μορφή ανθρώπου ανάμεικτη με κάποιου ζώου ή (όταν είναι) "Prodigium", το οποίο δεν έχει τίποτα το ανθρώπινο. Οι διαμαρτίες περί τη διάπλαση επηρεάζουν ζητήματα διαθηκών και κληρονομιών, έστω κι αν το νεογέννητο τέρας δεν επιζήσει". Τελικά, αν και οι απόψεις αυτές, λέγει η Επίκουρος Καθηγήτρια της Ιστορίας της Ιατρικής κ. Έφη Πουλάκου, απέχουν αρκετά από τις σύγχρονες αντιλήψεις, είναι αξιοσημείωτο ότι για την ερμηνεία των αρχαίων κανόνων δικαίου, τουλάχιστον όσων απ' αυτούς αναφέρονται στην ευγονία ή την κληρονομικότητα, χρησιμοποιήθηκαν σκέψεις και αναπτύχθηκαν επιχειρήματα, που αντλούν το κύρος τους από την Υγιεινή και τη Βιολογία και όχι από μεταφυσικές δοξασίες.
Πηγή: http://www.iatrikionline.gr/deltio_51b/9.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου